- Ίωνες
- Ένα από τα τέσσερα ελληνικά φύλα, το οποίο περιλάμβανε είτε τους Έλληνες της Αττικής και της Εύβοιας είτε τους αποίκους εκείνους οι οποίοι περίπου στα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. εγκαταστάθηκαν στις ακτές της Μικράς Ασίας μεταξύ των κοιλάδων του Καΐκου και του Μαιάνδρου και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου (Χίο, Σάμο κ.α.). Παρά την αρχική ταυτότητα συγγένειας και γλώσσας, όπως προκύπτει από τη δημιουργία του μύθου ενός μυθικού γενάρχη, του Ίωνα, και τη συναίσθηση της διαφοράς από τα άλλα φύλα (ιδιαίτερα τους Δωριείς), οι Ί. της Μικράς Ασίας αισθάνονταν πολύ εντονότερους τους μεταξύ τους δεσμούς απ’ όσο οι άλλοι Ί. Οι Ί. αυτοί συμμετείχαν, μαζί με τους Ί. της κυρίως Ελλάδας, στις θρησκευτικές κοινότητες της Δήλου (αποκλειστικά ιωνικές) και των Δελφών (πανελλήνια), αλλά διατηρούσαν και το δικό τους ιδιαίτερο θρησκευτικό κέντρο, το Πανιώνιον, στο ιερό του Ελικώνα Ποσειδώνα κοντά στη Μυκάλη. Στη διάρκεια των πρώτων αιώνων της 1ης χιλιετίας π.Χ. πρωτοστατούσαν στην ελληνική πνευματική και πολιτική ζωή: μεταξύ των πρώτων κατέλαβαν σημαντική θέση στη λογοτεχνία και στις τέχνες, στο εμπόριο και στους πολιτικούς θεσμούς· πρώτοι εισήγαγαν το νόμισμα, το οποίο είχαν γνωρίσει από τους Λυδούς. Οι Ί. της Μικράς Ασίας δεν ήταν πολιτικά ενωμένοι, γι’ αυτό και υποτάχθηκαν πολύ εύκολα στους Λυδούς αρχικά και στους Πέρσες αργότερα. Το 499 π.Χ. επαναστάτησαν, σύσσωμοι σχεδόν, εναντίον των Περσών, αλλά ηττήθηκαν (494). Απελευθερώθηκαν από τους Αθηναίους μετά τους περσικούς πολέμους και έγιναν μέλη της Αθηναϊκής συμμαχίας (478)· το 386 υποδουλώθηκαν και πάλι στους Πέρσες με την Ανταλκίδειο ειρήνη. Αφού ελευθερώθηκαν από τον Αλέξανδρο (334), οι Ί. επανίδρυσαν την ένωσή τους, που διατηρήθηκε (μόνο όμως τυπικά) έως τους αυτοκρατορικούς χρόνους.
ιωνική σχολή.Ονομασία της πρώτης ελληνικής φιλοσοφίας, που αναπτύχθηκε στις ιωνικές αποικίες, κυρίως στη Μίλητο και στην Έφεσο, τις μεγαλύτερες εμπορικές και ναυτικές πόλεις του 7ου και 6ου αι. π.Χ. Με την ανάπτυξη του εμπορίου και της επικοινωνίας η ιωνική σοφία μεταφυτεύτηκε στην Αθήνα, στα Άβδηρα της Θράκης και στις αποικίες της δυτικής Ελλάδας, όπου δημιουργήθηκαν νέα κέντρα της φιλοσοφίας.
Η ιωνική φιλοσοφία ήταν μια γενική θεωρία για τη φύση, που περιλάμβανε και τον άνθρωπο, γι’ αυτό και οι δημιουργοί της ονομάστηκαν φυσικοί. Δεν γινόταν ακόμα κανένας διαχωρισμός της φιλοσοφίας σε επιμέρους επιστημονικούς κλάδους ούτε αντιμετωπίστηκε το πρόβλημα του κύρους των αισθήσεων ή του λογικού του ανθρώπου ως πηγών γνώσης, δηλαδή το γνωσιολογικό πρόβλημα. Οι πρώτοι Μιλήσιοι σοφοί, Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης, που ονομάζονται και υλοζωιστές, είχαν κοινή την πίστη στην ενότητα και αυτοδυναμία της φύσης, ως ζωντανού οργανισμού, χωρίς παρέμβαση εξωφυσικών δυνάμεων. Η ενότητα αυτή αναγόταν σε ένα πρωταρχικό, σταθερό υλικό στοιχείο, που είχε τη δυνατότητα πολύμορφης μετάπλασης, ώστε να εξηγεί τη γένεση των πολλαπλών φυσικών όντων και φαινομένων του κόσμου, αν και παρέμενε η βάση της ενότητάς τους. Τέτοιο στοιχείο ήταν το νερό κατά τον Θαλή, το άπειρον κατά τον Αναξίμανδρο και ο αέρας κατά τον Αναξιμένη. Ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος υποστήριξε αργότερα την ενότητα των αντιθέτων μέσα σε ένα διαρκές γίγνεσθαι, με φορέα της συνεχούς κίνησης ένα άλλο υλικό στοιχείο, τη φωτιά. Προέκταση της ιωνικής φιλοσοφίας και του διαλόγου, ως προς τα προβλήματα που έθετε, μπορεί να θεωρηθεί η διδασκαλία του Παρμενίδη του Ελεάτη, διαμετρικά αντίθετη από του Ηράκλειτου, επειδή αμφισβητούσε τις αντιθέσεις και το γίγνεσθαι. Το ίδιο ισχύει και για τα συμβιβαστικά συστήματα του Εμπεδοκλή και του Αναξαγόρα, ο οποίος πρώτος εισήγαγε την έννοια του Noυ ως ρυθμιστή της ενότητας και αρμονίας του κόσμου, χωρίς όμως να τοποθετείται έξω από τον κόσμο, σαν εξωφυσική δύναμη: διατηρείται δηλαδή και πάλι το πνεύμα της ιωνικής παράδοσης. Στον πλατωνικό Φαίδωνα, μάλιστα, ο Σωκράτης παρουσιάζεται να λέει ότι ο Νους του Αναξαγόρα δεν παίζει τον τελεολογικό ρόλο που θα αντικαθιστούσε τις μηχανιστικές ερμηνείες. Με την ατομική θεωρία του Δημόκριτου, τέλος, επιχειρήθηκε ένας συμβιβασμός ανάμεσα στο σταθερό (άτομο) και στη μεταβολή (κίνηση ατόμων, πλοκή τους), στο πλήρες (oν) και στο κενό (μη oν). Ήδη όμως είχε ξεκινήσει ο διαχωρισμός των ειδικών επιστημών, όπως της ιατρικής και της ρητορικής, από τη φιλοσοφία, καθώς και η αντιμετώπιση, ύστερα από τόσες αντιμαχίες, του προβλήματος για την αντικειμενικότητα της γνώσης και την ίδια τη δυνατότητά της, δηλαδή του γνωσιολογικού προβλήματος και του προβλήματος του υποκειμενισμού (αυτά επρόκειτο να απασχολήσουν τους σοφιστές, τον Σωκράτη και τους μεταγενέστερους). Έτσι, η ιωνική φιλοσοφία άνοιξε τον δρόμο στην αρχαία ελληνική και ευρύτερα στην ευρωπαϊκή φιλοσοφική σκέψη. Η ανάπτυξη της τεχνικής με το εμπόριο και τη βιοτεχνία στις ιωνικές πόλεις έπαιξε ασφαλώς βασικό ρόλο στην αντιμετώπιση επιστημονικών προβλημάτων χωρίς προσφυγή στον μύθο και στις θρησκευτικές ερμηνείες. Η εξέλιξη όμως και η επίδραση της ιωνικής σκέψης ξεπέρασε γρήγορα τις πρώτες αφετηρίες και αποτέλεσε το πρώτο συστηματικό όραμα του κόσμου με καθαρά λογικά κριτήρια.
* * *οἱ (Α Ἴωνες)1. ένα από τα πρώτα ελληνικά φύλα που εγκαταστάθηκαν στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά τη 2η π.Χ. χιλιετία2. οι κάτοικοι τής Ιωνίας, τής περιοχής τών δυτικών παραλίων τής Μικράς Ασίας που εποικίστηκε από τους Έλληνες κατά την 1η π.Χ. χιλιετία3. οι ομιλητές τής ιωνικής διαλέκτου.[ΕΤΥΜΟΛ. Τα αιγυπτ. jwn(n)', εβρ. jāwān, αρχ. περσ. yauna οδηγούν στην παραγωγή τού τ. Ἴωνες < *IāFoνες (* IάFoνες > Ιάονες, με σίγηση τού F, > Ἰῶνες, με συναίρεση, > Ἴωνες, με αναβιβασμό τού τόνου) τού οποίου όμως η προέλευση είναι άγνωστη, καίτοι επιβεβαιώνεται από τον μυκηναϊκό τ. Iāwones. Ο τ. Ἴωνες έχει επικό τ. Ἰάονεςοι τ. τού ενικού Ἴων, Ιάων είναι σπάνιοι.ΠΑΡ. ιωνικόςαρχ.Ιάς, ιωνίζω, ιώνιος, ιωνίς, ιωνίσκος].
Dictionary of Greek. 2013.